Ερμητική έμφραξη
(Μια ιστορία που ήρθε και με βρήκε σε στιγμή αναστάτωσης εαρινής)
Με πονά πολύ. Μέχρι το κόκκαλο ο πόνος αβάστ-αχ! Αβάσταχτος. Και η αποφορά; ανυπόφορη. Φως φανάρι ο χαλασμός.
Ναι, το παραδέχομαι, κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο του γομφίου, κάτι που αναμφίβολα προηγούμενες μικρο-επεμβάσεις δεν έχουν καταφέρει ν’ αντιμετωπίσουν, με αποτέλεσμα τώρα να έχει βλαφτεί και το νεύρο. Μόνη λύση πλέον η ριζική απονεύρωση, μετά αναισθησίας ασυζητητί. Και το χλώριό της, φυσικά, στ’ ακρορρίζια του οδόντος.
«Δεν υπάρχει κανένας λόγος πια να σε απασχολεί», μου είπε ο οδοντίατρος όταν ολοκλήρωσε την εργασία του στην πολφική κοιλότητα και εκείνος ο ηχητικός εφιάλτης από τη χρήση του τεχνητού βραχίονα με την αδαμάντινη απόληξη πήρε τέλος – ξέρεις καλά τι εννοώ, αναγνώστη, μοιραζόμαστε την αναπόδραστη απελπισία τής κατά τα άλλα άνετης οδοντιατρικής πολυθρόνας όσοι έχουμε καθίσει σε αυτήν από όχληση οδοντική, ιδίως επείγουσα. «Το νεκρωμένο νεύρο έχει απομακρυνθεί και η τρύπα στο δόντι έχει κλειστεί με τρόπο ασφαλή και στεγανό», με διαβεβαίωσε.
Θάνατος του παλιού, λοιπόν. Πράξη χωρίς επιστροφή – μη γελιόμαστε δεν υπήρχε κι άλλη εναλλακτική για το νεύρο. Και για τον λάκκο; Μόνη λύση η έμφραξη η ερμητική.
Κι όμως.
Τώρα που εκείνο το μούδιασμα της πρώην πάσχουσας περιοχής στη στοματική κοιλότητα έχει υποχωρήσει παντελώς, ανησυχώ μήπως κάτι ξέφυγε και αγωνιά στα σκοτεινά υπόγεια του μυλικού θαλάμου – για πόσο ακόμα, άραγε; Φοβάμαι μήπως κάτι πολύ δικό μου υπάρχει εκεί, στο βάθος της επίμαχης οδοντικής έπαλξης, ίχνος θεμέλιας ουσίας που εγκλωβίστηκε – τι κι αν ήταν χαλασμένη, τι; Οικείας οδύνης κατάλοιπο που θάφτηκε ζωντανό κάτω από ένα ανηλεές στρώμα ρητίνης και από μια περίτεχνη πορσελάνινη θήκη – ακριβή μου ταφόπλακα, μνήμα μου, αχ!
Τυφλή ουλή στο ούλο μου, λέω, που εντέλει αντέχει σε πείσμα της λογικής να μετράει τον χρόνο ακόμα, μήνες μετά, με νευρώδη τινάγματα τις νύχτες της αϋπνίας, τότε που ψάχνω εναγωνίως να βρω μες στο σκοτάδι ποια ήμουν πριν. Πριν οι ριζικοί σωλήνες αποκοπούν δια παντός.
Πριν έρθει αυτή η ξένη και με κατοικήσει. Η ξένη που περπατά τώρα με τα πόδια μου, που αγκαλιάζει με τα χέρια μου, που μασά τα σύμφωνα με τα δόντια μου και φτύνει τα φωνήεντα με τη φωνή μου. Αυτή η οικτρά αμνήμων τού άλλοτε πληγωμένου και μαρτυρικού και νυν ερείπιου και επιμελώς καταχωσμένου εαυτού.
Κι ας ξέρω πως η ξένη αυτή, της οποίας εγώ επέτρεψα την εγκατάσταση, είναι ό,τι, το μόνο ό,τι μου απέμεινε πια.
(Και μια αμυδρή μυρουδιά, για ν’ ακριβολογήσω μια ελαφρά δυσοσμία – βασίζομαι, φίλε μου, στην κατανόησή σου για την ενδεχόμενη πρόκληση δυσφορίας– αχ! Αχάραγα.)
--------
Ευχαριστίες στον οδοντίατρο κ. Χρήστο Μάρα για τις απαντήσεις του στις οδοντιατρικού ενδιαφέροντος απορίες μου και στο λογοτεχνικό περιοδικό ΚΑΡΥΟΘΡΑΥΣΤΙΣ (τ. 12-13, Νοέμβριος 2022), για την πρώτη δημοσίευση του κειμένου μου.
TRÈS GROS PLAN
ΑπροκΑλυπτα αποκαλυπτικΑ